Συνέντευξη στην Πελοποννησιακή-Κορινθιακή

• Πώς νοιώθατε όταν γράφατε το πρώτο σας βιβλίο; Υπήρχαν κάποιες αμφιβολίες; Κάποια ανασφάλεια;

Το πρώτο μου βιβλίο ήταν το αποτέλεσμα μιας πολυετούς εσωτερικής διεργασίας που την συγκεκριμένη στιγμή είχε φτάσει στο απόγειο της. Θέλω να πω, πως γράφτηκε σε μια στιγμή που εγώ είχα ήδη συσσωρεύσει αρκετά πράγματα που ήθελα να εκφράσω κι ένιωθα πιεστική την ανάγκη να το κάνω. Έτσι λοιπόν, η γραφή ήταν μια εκτόνωση για μένα και ήμουν ευτυχής που είχα βρει την πειθαρχία που απαιτεί η συγγραφή. Αμφιβολίες και ανασφάλεια έχω σε κάθε βιβλίο που γράφω, όχι για το αν θα είναι ένα καλό βιβλίο, όσο για το αν θα κατορθώσω να μεταδώσω στους αναγνώστες τις σκέψεις μου, αν δηλαδή καταφέρω να αγγίξω λιγάκι το μυαλό και το συναίσθημά τους.

• Τώρα, με το δεύτερό σας βιβλίο, αυτά τα συναισθήματα έχουν φύγει;

Αντίθετα! Νομίζω πως κάθε φορά έχω και μεγαλύτερη αγωνία γιατί θέλω να είμαι συνεπής απέναντι σε όσους έχουν αγαπήσει τα προηγούμενα βιβλία μου. Κάθε φορά νομίζω πως ακροβατώ στο χείλος μιας αβύσσου!

• Θέλετε να μας πείτε δύο λόγια για την υπόθεση του βιβλίου σας;

Στο βιβλίο αυτό προσπάθησα ν’ αγγίξω ένα κοινωνικό θέμα σχετικά με το πόσο μεγαλύτερη σημασία δίνουμε σήμερα στην εικόνα, από την ουσία των πραγμάτων. Βασική ηρωίδα του βιβλίου είναι η Μαρία μια γυναίκα με λαμπρή καριέρα, που κάποια στιγμή έρχεται αντιμέτωπη με ένα βίαιο γεγονός που αλλάζει εντελώς τη ζωή της. Η Ισμήνη και ο Στέφανος θα προσπαθήσουν να ανακαλύψουν τα αίτια αυτού του γεγονότος. Και οι δυο, έχουν καθένας τους δικούς τους λόγους να θέλουν να μάθουν την αλήθεια. Θα φθάσουν ως την ακριτική Φλώρινα, όπου θα βρουν τη λύση του γρίφου που θα αλλάξει όλο τον εσωτερικό τους κόσμο. Είναι ένα μυθιστόρημα με έντονη πλοκή που προκύπτει όχι τόσο από τις καταστάσεις που συμβαίνουν, όσο από την σταδιακή απογύμνωση της ψυχής των κεντρικών ηρώων και της αποκάλυψης των βασικών τους κινήτρων.

• Τι σας κεντρίζει περισσότερο το ενδιαφέρον για να γράψετε;

Τα ερεθίσματα είναι διάφορα. Άλλοτε κάτι μου με θύμωσε, κάτι που με συγκίνησε, άλλοτε κάτι που με εξέπληξε. Πάνω απ’ όλα με ενδιαφέρει να κατανοήσω τον τρόπο που οι άνθρωποι σκεφτόμαστε ή δρούμε όταν αντιμετωπίζουμε διάφορες καταστάσεις, άλλοτε καθημερινές και άλλοτε ακραίες. Γράφοντας ανακαλύπτω τις κρυμμένες ανθρώπινες δυνατότητες και αδυναμίες. Επιπλέον «μυθοποιώ» και ορισμένα πραγματικά γεγονότα που αξίζει να τα κρατήσουμε στη μνήμη μας, γιατί κάτι έχουν να μας διδάξουν.

• Πείτε μας για ένα βιβλίο που δεν έχετε γράψει εσείς και θα θέλατε να το είχατε γράψει;

Πολλά! Το «Νησί», για παράδειγμα, της Βικτώριας Χίσλοπ, γιατί κατάφερε να αγγίξει τις καρδιές των αναγνωστών, το «Χαμένο παιδί» του Ίαν Μακ Γιούαν ή το « Η χορεύτρια του Διαβόλου» του Στέφανου Δάνδολου που διάβασα πρόσφατα.

• Την σημερινή εποχή διαβάζουν οι Έλληνες και ιδιαίτερα οι νέοι; Τι πιστεύετε;

Νομίζω πως οι Έλληνες γενικά έχουμε καλή σχέση με το βιβλίο. Υπάρχει ένα ικανό ποσοστό ανθρώπων που διαβάζει συστηματικά και που θεωρεί την ανάγνωση ενός βιβλίου είδος πρώτης ανάγκης. Αυτοί είναι άνθρωποι μιας μέσης ηλικίας, ενώ οι νεώτεροι διαβάζουν όλο και λιγότερο, συνεπαρμένοι από την ευκολία της ηλεκτρονικής πληροφόρησης και ανάγνωσης. Πιστεύω όμως, πως παρ’ όλη την κρίση, το βιβλίο δεν θα χάσει την απήχησή του στον κόσμο, γιατί είναι το μόνο ασφαλές και φθηνό όχημα που μας κάνει να ταξιδεύουμε, να σκεφτόμαστε, να ονειρευόμαστε ακόμα.

• Σύμφωνα με κάποιες πληροφορίες το τρίτο σας βιβλίο διαδραματίζεται στην Πάτρα. Είναι αλήθεια; Θέλετε να μας πείτε μερικά επιπλέον λόγια γι’ αυτό;

Η ιστορία του νέου μου βιβλίου, που είναι πια σχεδόν στο τέλος της διαδικασίας της συγγραφής του, διαδραματίζεται στην Αχαΐα και καλύπτει μια χρονική περίοδο από το 1889 ως το 1922. Το μυθιστόρημα βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα που μπλέκονται με άλλα φανταστικά, προκειμένου να αναδειχτούν οι ανθρώπινοι χαρακτήρες μέσα σε μια εποχή εξίσου δύσκολη με τη σημερινή. Είναι ένα μυθιστόρημα που πατάει πάνω στην ιστορία της ιδιαίτερης πατρίδας μου αλλά και πάνω στην ιστορία της οικογενείας μου, όπως αυτή μου αποκαλύφθηκε μέσα από γράμματα και έγγραφα που βρέθηκαν στο παλιό σπίτι του πατέρα μου. Ίσως τελικά, μέσα από την αναβίωση εκείνης της εποχής να κατανοήσουμε πως η ιστορία κάνει κύκλους και να αντλήσουμε τη δύναμη να αντιμετωπίσουμε το μέλλον με αισιοδοξία.